Στους φιλόξενους χώρους του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής μάς υποδέχθηκε ο τέως Υπουργός, Ακαδημαϊκός και Καθηγητής, κ. Κωνσταντίνος Στεφανής, με σκοπό την πραγματοποίηση της συνέντευξης που ακολουθεί. Αφορμή για την επικοινωνία μας αυτή στάθηκε η επίδοση στις 15 Δεκεμβρίου στον κ. Στεφανή ενός τιμητικού τόμου για το σύνολο της ακαδημαϊκής του προσφοράς. Μια κίνηση που, όπως μας είπε, του προκάλεσε ιδιαίτερη συγκίνηση, καθώς πρόκειται για «μια κατάθεση αντικειμενικής πραγματικότητας, η οποία όμως αντανακλά και την ιδιαίτερη βιωματική σχέση με τους συνεργάτες μου, όλα αυτά τα χρόνια Νομίζω ότι ο τρόπος που γράφτηκε, χωρίς καμία δική μου συμμετοχή, με τον καθένα να εκφράζεται όπως νόμιζε, καθιστά τον τόμο αυτό κάτι πολύ πολύτιμο για μένα».
Ζητήσαμε τη γνώμη τού κ. Στεφανή για τις σπουδές Ψυχιατρικής στην Ελλάδα, μας μίλησε, μεταξύ άλλων, για τις δραστηριότητες του Ε.Π.Ι.Ψ.Υ., και προσπαθήσαμε να ακολουθήσουμε την πλούσια σε εμπειρίες διαδρομή του, μέσα από διαφορετικούς και αλληλοσυμπληρούμενους ρόλους.
Κύριε Καθηγητά, γυρίζοντας πίσω στο χρόνο, θα ήθελα να σας ρωτήσω αν ο χώρος τής ψυχιατρικής ήταν η πρώτη σας επιλογή, ο τομέας της επιστήμης που σας είχε γοητεύσει εξαρχής;
Να σας πω, μπορεί να μην ήταν η Ιατρική η πρώτη μου επιλογή, αλλά είχα πει στον εαυτό μου ότι αν πάω στην Ιατρική, η Ψυχιατρική θα είναι η πρώτη μου επιλογή. Πριν μπω στο Πανεπιστήμιο είχα διάφορες, ποικίλου τύπου πνευματικές ανησυχίες, ένα ευρύτερο δηλαδή φάσμα ενδεχόμενων ενδιαφερόντων στη ζωή μου: από την Πυρηνική Φυσική, που τότε είχε αρχίσει να ανατέλλει, μέχρι το άλλο άκρο, σε τομείς μάλλον φιλοσοφικο-κοινωνιολογικούς. Τελικά πήγα στην Ιατρική και όντας μέσα στην Ιατρική, αναμφισβήτητα η πρώτη μου επιλογή ήταν η Ψυχιατρική.
Ο κ. Στεφανής
Για ποιο λόγο επιλέξατε την Ψυχιατρική;
Ήμουν πνευματικά προετοιμασμένος πριν μπω στο Πανεπιστήμιο, με διαβάσματα περισσότερο ψυχολογικού προσανατολισμού, ψυχολογικές θεωρίες, φροϋδικές και άλλες. Βέβαια, η εν συνεχεία πορεία μου μέσα στην Ψυχιατρική απέδειξε ότι δεν μου αρκούσε η θεωρητική ικανοποίηση και ήθελα κάτι πολύ πιο απτό... Ενώ άρχισα έτσι, με τέτοιους προσανατολισμούς, πέρασα από πολλά στάδια μέσα στην καριέρα μου, που κάλυψε ένα ευρύ φάσμα, από πειραματική δουλειά στις νευροεπιστήμες μέχρι την κλινική θεραπευτική.
Θα θέλατε να σχολιάσετε το επίπεδο των σπουδών ψυχιατρικής και νευρολογίας στην Ελλάδα;
Θα έλεγα ότι τα πράγματα στην εκπαίδευση διαρκώς βελτιώνονται στην Ελλάδα. Δεν θα μπορούσαμε να ομογενοποιήσουμε όλα τα εκπαιδευτικά κέντρα για να πούμε ότι όλα παρέχουν το ίδιο επίπεδο εκπαίδευσης, αλλά αν περιοριστώ μόνο στα πανεπιστημιακά κέντρα εκπαίδευσης, θα έλεγα ότι ιδιαίτερα τις τελευταίες δύο δεκαετίες παρέχουν μια υψηλού επιπέδου εκπαίδευση. Η εκπαίδευση γίνεται μακρότερη σε χρόνο, πιο προγραμματισμένη, πιο στοχευμένη και κυρίως τροφοδοτείται από τις εξελίξεις της επιστήμης της Ψυχιατρικής, περισσότερο παρά από θεωρητικές αντιλήψεις. Έτσι προετοιμάζει τον νέο πια ψυχίατρο με μια σωστή θεωρητική κατάρτιση, αλλά τον προετοιμάζει επίσης ώστε να γίνει ένας καλός κλινικός, να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις περιπτώσεις ψυχιατρικών διαταραχών, αφού αυτό είναι το βασικό αντικείμενο της ψυχιατρικής.
Τι ήταν αυτό που σας κράτησε στην Ελλάδα; Πώς ένας επιστήμονας του δικού σας βεληνεκούς δεν προτίμησε να δραστηριοποιηθεί στο εξωτερικό;
Αυτό το ερώτημα το έχω θέσει πολλές φορές στον εαυτό μου, όταν ήμουν στο εξωτερικό, πρώτα στο Πανεπιστήμιο του McGill, αλλά και μετά στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών Ψυχικής Υγείας της Αμερικής. Αναρωτήθηκα πολλές φορές όταν ήμουν εκεί και αργότερα ασφαλώς, το έθεσα πολλές φορές στον εαυτό μου και αναρωτήθηκα αν το ότι γύρισα ήταν σωστό. Εκ των υστέρων μπορώ να πω ότι με πολλή δυσκολία μπορεί κάποιος να αποφασίσει την επιστροφή, όταν ξανοίγονται μπροστά του προοπτικές σχεδόν βέβαιες, για να μπει τελικώς στην περιπέτεια μιας αμφίβολης σταδιοδρομίας, όχι μόνο επαγγελματικής αλλά κυρίως επιστημονικής, στην Ελλάδα. Είχα πολλές -με κεφαλαίο Π και υπογραμμισμένο!- δυσκολίες στη ζωή μου και σε αυτές περιλαμβάνεται και η εξέλιξή μου στον πανεπιστημιακό χώρο. Αλλά αν δεν υπήρχε η προοπτική αυτής της εξέλιξης και η δυνατότητα να μπορώ να παίξω έναν ρόλο σε αυτόν τον χώρο, αλλά απλώς να επιστρέψω ως ένας απλός επαγγελματίας ψυχίατρος, δεν νομίζω ότι θα το είχα κάνει.
Υποθέτω ότι σε αυτή την εκτίμηση που κάνετε σήμερα, σημαντικό ρόλο θα πρέπει να έχει διαδραματίσει το Ε.Π.Ι.Ψ.Υ. (Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής).
Το Ε.Π.Ι.Ψ.Υ. είναι κατά κάποιον τρόπο το τελευταίο έργο μου. Και ό,τι είναι πιο πρόσφατο και ιδίως όταν πραγματοποιείται όταν πλέον έχει περάσει η πρώτη νεότητα και δεν βρίσκεσαι στην ακμή τής επιστημονικής και πνευματικής σου δραστηριότητας, θεωρείται και πιο σημαντικό. Δεν θα ήθελα να παραγνωρίσω την αξία που είχαν όλα τα προηγούμενα, τα οποία έγιναν κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες.
Πριν από χρόνια, για να πραγματοποιηθεί το παραμικρό χρειαζόταν πολύ μεγάλη προσπάθεια, μεγάλος κόπος, πολλή υπομονή και φυσικά η δυνατότητα να δημιουργείς ένα κλίμα που να εξασφαλίζει καλούς συνεργάτες. Δηλαδή ό,τι έγινε στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο, όπου για 26-27 χρόνια ήμουν διευθυντής, νομίζω ότι ήταν πολύ σημαντικό τόσο σε θεραπευτικό, όσο και σε εκπαιδευτικό και ερευνητικό επίπεδο, όπως και οι εξωνοσοκομειακές δομές, που ήταν πρωτοποριακές για εκείνον τον καιρό.
Όσον αφορά το Ε.Π.Ι.Ψ.Υ., βεβαίως αισθάνομαι περήφανος, γιατί κατέβαλα πολύ κόπο, έγινε με πολλές δυσκολίες, και με περισσή ανασφάλεια, γιατί κατά κύριο λόγο από πλευράς επιβίωσης βασίζεται στην προσπάθεια όσων εργάζονται σε αυτό να εξασφαλίζουν ερευνητικά και εκπαιδευτικά προγράμματα. Δεν έχουμε σταθερή οικονομική στήριξη, συνεπώς υπάρχει πάντα ένα στοιχείο αγωνίας ως προς την επιβίωσή του.
Ευτυχώς, αυτό το οποίο έχει παραγάγει και στον τομέα τον εκπαιδευτικό και στον τομέα τον ερευνητικό είναι τέτοιας έκτασης και τέτοιας ποιότητας που μας κάνει αισιόδοξους ότι το Ε.Π.Ι.Ψ.Υ. όχι μόνο θα επιβιώσει αλλά και θα έχει καλύτερο μέλλον.
Θα θέλατε να μας μιλήσετε για τη «μεγάλη περιπέτεια» του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου και τον δικό σας ρόλο σε αυτήν;
Εγώ είχα ανέκαθεν συνειδητοποιήσει την ανάγκη να υπάρχει ένα αμιγώς Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο. Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς ήταν δυνατόν η πρωτεύουσα της Ελλάδας να είναι η μοναδική πρωτεύουσα στην Ευρώπη που να μην έχει ένα Πανεπιστημιακό Κέντρο Εκπαίδευσης στην Ιατρική. Το Αιγινήτειο και το Αρεταίειο αντιπροσωπεύουν μία μόνο γνωστική περιοχή τής Ιατρικής εκπαίδευσης. Για αυτό και όταν δόθηκε η ευκαιρία να δημιουργηθεί ένα πανεπιστημιακό νοσοκομείο εδώ που βρίσκεται τώρα το Ε.Π.Ι.Ψ.Υ., διότι το Ε.Π.Ι.Ψ.Υ. κατά κάποιον τρόπο αποτελεί κομμάτι του παλιού σχεδίου, είχα διαθέσει όλη μου την ψυχή, τον χρόνο τότε, για να γίνει αυτό το νοσοκομείο.
Για πολλούς και διαφόρους λόγους, τους οποίους μέχρι τώρα δεν τους έχω καταλάβει, και μέσα σε ένα κλίμα όπου κυριαρχούσε η αντίληψη ότι άλλες ήταν οι προτεραιότητες στον τομέα τής υγείας, ματαιώθηκε το σχέδιο. Αναζωπυρώθηκε για κάποιο διάστημα η ιδέα αυτή, αλλά εντέλει έπεσε σε αδράνεια. Και έτσι το θέμα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου παρέμενε εκκρεμές. Μέχρις ότου προτάθηκε ως εναλλακτική λύση το Αττικό Θεραπευτήριο, το οποίο δεν είχε σχεδιαστεί να γίνει πανεπιστημιακό, αλλά ένα περιφερειακό γενικό νοσοκομείο. Και φυσικά οι προδιαγραφές του, κτηριολογικές και άλλες, δεν ήταν ενός πανεπιστημιακού νοσοκομείου. Αφού δεν ήταν εφικτό να γίνει εδώ, που κατά τη γνώμη μου ήταν η προτιμητέα τοποθεσία, προσχώρησα στην άποψη να γίνει πανεπιστημιακό το Αττικό Νοσοκομείο.
Είχε πολλές περιπέτειες, ως γνωστόν, η πανεπιστημιοποίηση αυτού του νοσοκομείου, δημιουργήθηκε ένα κλίμα έντονης αντιπαλότητας για κάποιο διάστημα, μεταξύ Πολιτείας, πανεπιστημιακών και μη-πανεπιστημιακών γιατρών του Ε.Σ.Υ. Ήδη πριν αναλάβω την ευθύνη του Υπουργείου Υγείας, είχα προσπαθήσει να συμβάλω στη δημιουργία μιας Πανεπιστημιακής κλινικής, πιστεύοντας ότι αντικειμενικά δεν θα λειτουργούσε εις βάρος του γενικότερου συστήματος Υγείας, αντίθετα μάλιστα, αν μη τι άλλο, θα γεφύρωνε ορισμένες αντιθέσεις που υπήρχαν.
Μέσα στο πλαίσιο αυτής της πεποίθησης, όταν ανέλαβα αυτή την ευθύνη προσπάθησα και σε χρόνο σχετικά σύντομο κατοχυρώθηκε το νομικό καθεστώς του νοσοκομείου και άρχισε η προσπάθεια αναμόρφωσης και εξοπλισμού του, για να ανταποκριθεί στις στοιχειώδεις απαιτήσεις που μπορούσε να έχει ένα εκπαιδευτικό νοσοκομείο. Μέχρι στιγμής έχει εξασφαλιστεί η στελέχωσή του από τις καλύτερες πανεπιστημιακές κλινικές που υπάρχουν με τη δημιουργία καινούργιων θέσεων Δ.Ε.Π. Αν λάβει κανείς υπόψη του τις αντιθέσεις που υπήρχαν, νομίζω ότι η λειτουργία του αποτελεί ένα κατόρθωμα.
Θα ήθελα ιδιαίτερα να εξάρω τη συμβολή τού Πανεπιστημίου, τού Πρύτανη, των Αντιπρυτάνεων και των δύο διαδοχικών Προέδρων της Ιατρικής, του κ. Κίττα και του κ. Κρεατσά στη συνέχεια, η κατανόηση και η συμπαράσταση των οποίων έπαιξαν σημαντικό ρόλο, χωρίς να παραβλέπω την υποστήριξη που είχα εξασφαλίσει και από άλλες πλευρές. Αισθάνομαι ιδιαίτερα ευτυχής που υπάρχει τουλάχιστον ένα πανεπιστημιακό νοσοκομείο. Ακόμη και αν παρατηρείται τώρα μια στασιμότητα στην εξέλιξή του, πιστεύω ότι και τούτη η κυβέρνηση θα συνειδητοποιήσει ότι οι ρυθμοί με τους οποίους ξεκίνησε το έργο θα πρέπει να διατηρηθούν και, αν είναι δυνατόν, να επιταχυνθούν.
Τι αποκόμισε ένας πανεπιστημιακός από την ενεργό εμπλοκή του με την πολιτική;
Εγώ ήμουν ανέκαθεν ένας συνειδητοποιημένος πολίτης, χωρίς να είμαι κομματικά εξαρτημένος και δεν ήταν μέσα στις προοπτικές μου να γίνω πολιτικός. Θεωρώ τιμή μου μια τέτοια ένδειξη εμπιστοσύνης προς το πρόσωπό μου ώστε να μου ανατεθεί μια τέτοια ευθύνη, αν και πάντα θεωρούσα ότι άλλες είναι οι προτεραιότητες μου. Άπαξ και αποδέχτηκα την ευθύνη -είχα μια εξοικείωση έχοντας υπηρετήσει για μια θητεία ως βουλευτής επικρατείας- θεώρησα ότι έχω μπροστά μου ένα έργο που το συγκροτούν ορισμένοι στόχοι κατά προτεραιότητα στο πλαίσιο των περιορισμών μιας πραγματικότητας, που δεν καθορίζεται από εμένα αλλά κατά κάποιον τρόπο επιβάλλεται από τις γενικότερες συνθήκες και κυρίως από τις οικονομικές, διοικητικές και άλλες, και προσπάθησα να ανταποκριθώ σ' αυτό το έργο, αδιαφορώντας για το ότι πρέπει δημόσια να προβάλλεται ό,τι γίνεται. Εκ των υστέρων, θα μπορούσα να πω ότι αναγνωρίζω αυτή την αναγκαιότητα της προβολής για κάποιον που έχει πολιτικές φιλοδοξίες και προσβλέπει σε ένα πολιτικό μέλλον, αλλά σε ό,τι με αφορά, θεωρώ ότι η αποφυγή μιας επικοινωνιακού τύπου δραστηριότητας, παρά τις αρνητικές συνέπειες που μπορεί να έχει, δεν είναι κάτι για το οποίο έχω μετανιώσει. Λειτούργησα λοιπόν ως εάν να μην ήμουν πολιτικός. Προκειμένου να περιπέσει κανείς σε έναν επικοινωνιακό ναρκισσισμό, καλύτερα θα είναι πιστεύω, και για τους πολιτικούς ακόμη, να περιορίσουν το επικοινωνιακό σκέλος της δραστηριότητάς τους.
Ως μέλος τής Ακαδημίας Αθηνών, πώς κρίνετε τις δραστηριότητες και τους στόχους της;
Η Ακαδημία από τη μια αναγνωρίζεται ως το ανώτατο πνευματικό ίδρυμα της χώρας ενώ από την άλλη υπάρχει μια επιφυλακτική στάση που συμπυκνώνεται στο ερώτημα «τι κάνει η Ακαδημία;» πέρα από το να εκλέγονται κάποιοι ως ακαδημαϊκοί. Έτσι όπως είναι το καταστατικό της Ακαδημίας δεν της επιτρέπει να έχει μια δραστηριότητα που να την προβάλλει προς τα έξω. Αναμφισβήτητα, ο μικρός αριθμός ανθρώπων που ανήκουν εκεί αντιπροσωπεύουν ό,τι καλύτερο είχε να δώσει ο αντίστοιχος χώρος. Θεωρώ πολύ τιμητική την αναγνώριση της ιστορίας που έχει διαγράψει μέχρι τότε εκείνος που εκλέγεται στην Ακαδημία Αθηνών. Το ερώτημα είναι τι κάνει από εκεί και πέρα. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει περιθώριο να κάνει πολλά πράγματα. Η Ακαδημία δεν είναι μόνο συνεδριάσεις, η αξιολόγηση συγγραφικών και επιστημονικών έργων και διάφορες τελετές. Έχει δεκάδες ερευνητικών κέντρων που παράγουν αξιόλογη δουλειά. Είναι ένα εθνικό κεφάλαιο να υπάρχει και να λειτουργεί η Ακαδημία, χωρίς να παραγνωρίζουμε ότι ενδεχομένως θα μπορούσε να κάνει και πολλά περισσότερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου